Σύμφωνα με δημοσιεύματα νοσηλευόταν σε δημόσιο νοσοκομείο και στη συνέχεια σε ιδιωτικό νοσοκομείο της Αθήνας. Η γνωστή δημοσιογράφος επέλεξε να δώσει τη μάχη της αθόρυβα, έχοντας στο πλευρό της μόνο την οικογένειά της.
Η Ρίκα Βαγιάννη γεννήθηκε το 1962 στο Έλενα, από δημοσιογραφικό σόι. Μεγάλωσε στο Παγκράτι και αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή (γνωστή και με το όνομα Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης του Εθνικού Θεάτρου), το 1982.
Διετέλεσε συντάκτης και στη συνέχεια διευθύντρια σύνταξης των περιοδικών “Cosmopolitan” και “Colt” και συμμετείχε ως δημοσιογράφος στις εκδόσεις των περιοδικών «Ένα» «Και» όπως και στο «Τέταρτο» της εποχής Κοσκωτά. Την ίδια εποχή έπαιζε σαν ηθοποιός σε παραστάσεις μαθητείας, στο Εθνικό Θέατρο, το Θεσσαλικό Θέατρο, σε ιδιωτικές θεατρικές επιχειρήσεις, παίζοντας από επιθεώρηση ως Broadway μιούζικαλ.
Στη στροφή την πέτυχε η Άνοιξη της Ελεύθερης Ραδιοφωνίας (Κανάλι 1, ΤΟΡ FM, AΘHNA 9,84, ROCK FM,ANTENNA RADIO και διάφορα άλλα των ερτζιανών.
Στην τηλεόραση δούλεψε την πρώτη περίοδο σαν ηθοποιός σε σήριαλ, και τη δεύτερη σαν παρουσιάστρια-δημοσιογράφος, ιδιότητα που διατηρεί, με την ψυχή στο στόμα, μέχρι σήμερα. Έχει παρουσιάσει εκπομπές για το Μega, το Star, το Seven Χ, το Κανάλι 5. Από το 1997 συνεργάζεται με την ΕΡΤ σε διάφορες εκπομπές και συγκεκριμένα πρoτζεκτς.
Υπήρξε αρθρογράφος-σχολιάστρια της εφημερίδας «Απογευματινή» από το 1994 ως το 2004, με καθημερινή στήλη. Και συμμετοχές σε ένθετα και ειδικές δημοσιεύσεις. Την ίδια- η παρόμοια σχολιαστική στήλη γράφει από το 2005 στο «Έθνος».
Όπως έγραφε η ίδια “Εχει απολυθεί γύρω στις τέσσερις φορές, συνήθως επειδή καθυστερεί να παραδώσει υλικό, ή καθυστερεί να έρθει, ή επειδή χάνει την ψυχραιμία της και στριγγλίζει γαλλικά (εξαιρετικά), απειλεί στα αγγλικά (πλούσια) ενώ καταριέται στα ελληνικά (μαινάδα). Όλες οι κατάρες της πιάνουν”. Ήταν παντρεμένη με τον Νίκο Στεφανή και έχουν έναν γιο, τον Οδυσσέα. Ο στίχος «Δεύτερη Ζωή δεν έχει» αποτελεί την κύρια ιδεολογική βάση για όλες της τις απόψεις και για τις περισσότερες πράξεις της.
Με το σύζυγό της είχαν ζήσει στην Αυστραλία από την οποία όταν επέστρεψε μας χάρισε αυτό το χιουμοριστικό κείμενο:
“Και τι δεν θα έδινα να κέρδιζα στο λαχείο τρία…εισιτήρια για Πέρθ! Τώρα ξέρω ότι δεν θα ήθελα να μείνω για όλη μου τη ζωή, αλλά ένα ακόμα εξαμηνάκι (άντε τρίμηνο) ευχαρίστως το χτυπούσα. Για να ξαναδώ τους ανθρώπους που λάτρεψα, για να πιω μπέρμπον με κόκα κόλα στου Γιάννη, στο Peter’s by the Sea, να χαζέψω με τους «τέσσερις Γεωργούς», να κουτσομπολέψω με την Ελένη, να φύγει ο νους μου τη νύχτα της εθνικής γιορτής μέσα στα πυροτεχνήματα, να παίξω μπουνιές με κάνα καγκουρό, να καπνίσω στη ζούλα στο πίσω μέρος μιας ελληνικής ταβέρνας, να οδηγήσω στο οινοποιείο του Τομ στο Μάργκαρετ Ρίβερ Φθινόπωρο (τώρα, δηλαδή) να φωτογραφίσω τις μωβ τζακαράντες την Άνοιξη (Οκτώβριο μεριά) και το σούρουπο, να βάζω Τσαπανίδου στο Ιντερνετ (είναι η ώρα της εκεί) και να καταπίνω ένα σφηνάκι τεκίλα φαμιλιάλ καθώς βλέπω τον ήλιο να πέφτει κόκκινος κι ολοστρόγγυλος…πίσω από την απεραντοσύνη του Ινδικού- μια απεραντοσύνη τόσο ασύλληπτη για το νου του ανθρώπου, που κάνει τα πάντα να φαίνονται δυνατά-ή αδύνατα”.